5 Απριλίου 2016

Αντάρτικη κηπουρική στην πόλη: Ο Αυτοδιαχειριζόμενος Αγρός του Ελληνικού


Θ Ανθοπούλου
Ο Κολοκούρης
Χ Κουσουλέντη


Στις αρχές του 1970, η Liz Christy και ομάδα «πράσινων ανταρτών» βλέποντας την συνεχή υποβάθμιση της πόλης αποφασίζουν να ρίξουν σπόρους σε άδεια οικόπεδα, να τοποθετήσουν ζαρντινιέρες σε εγκαταλειμμένα κτήρια και να φυτέψουν ηλίανθους στους πολυσύχναστους δρόμους της Νέας Υόρκης. Στη συμβολή των οδών Bowery και Houston στο Μανχάταν, μια μεγάλη εγκαταλειμμένη αλάνα μετατράπηκε στον πρώτο Κοινοτικό Λαχανόκηπο της ιστορίας του πράσινου αντάρτικου, τον Bowery Houston Community Farm and Garden (http://www.lizchristygarden.us/). Σήμερα πάνω από 600 Κοινοτικοί Λαχανόκηποι (Community Gardens) στη Νέα Υόρκη, και ένα τεράστιο κίνημα ενεργών πολιτών σε όλο τον κόσμο, συσπειρώνουν δημότες–καλλιεργητές που διεκδικούν την (επαν)οικειοποίηση της αστικής γης και των κοινόχρηστων χώρων θεωρώντας ότι η συλλογικότητα επιλύει τα προβλήματα σε γειτονιές και πόλεις (www.greenguerillas.org).
Η αντάρτικη κηπουρική (guerrilla gardening) υποδηλοί τις έννοιες της υπέρβασης, του ακτιβισμού και της χωρικής παρέμβασης. Ομάδες πολιτών δρουν αυθόρμητα, ανώνυμα και εθελοντικά, σπέρνοντας και φυτεύοντας σε ξεχασμένους ανοικτούς χώρους της πόλης (εγκαταλειμμένα οικόπεδα, παραμελημένες πρασιές και παρτέρια δένδρων στα πεζοδρόμια), χωρίς θεσμική άδεια στο πλαίσιο μιας ευρύτερης κριτικής του αστικού καπιταλιστικού συστήματος (Crane 2011). Είναι η εποχή όπου στο πνεύμα της αμφισβήτησης του αστικού τρόπου ζωής, όπως εκφράζεται από τις μαζικές εξεγέρσεις και τα κινήματα πολιτών (Μάης του 1968 και φοιτητικές εξεγέρσεις, αντιπολεμικά και αντιρατσιστικά κινήματα, οικολογικό κίνημα, κ.ά.) διαμορφώνεται μια διαφορετική ιδεολογία και κουλτούρα αναφορικά με το αστικό τοπίο, τα κοινωνικά δικαιώματα, τον κοινοτισμό, τους διατροφικούς κινδύνους της βιομηχανοποιημένης γεωργίας και το αίτημα για «καθαρή τροφή», κλπ. Η αντάρτικη κηπουρική εντάσσεται στα κινήματα πόλης που υπερασπίζονται τους δημόσιους χώρους και το δικαίωμα στην πόλη, αμφισβητώντας τους κυρίαρχους τρόπους παραγωγής και αναπαραγωγής του αστικού χώρου, διεκδικώντας τη συμμετοχή στο σχεδιασμό (Zanneti 2010, Eizenberg 2013).
Στην πιο ριζοσπαστική της μορφή, ως κινηματική δράση που κινείται εκτός θεσμικού και ενίοτε νομικού πλαισίου (π.χ. κατάληψη ελεύθερων χώρων) διαθέτει σαφή πολιτικά χαρακτηριστικά και αιτήματα που σχετίζονται άμεσα με το ζήτημα της θεσμικής εξουσίας και της αστικής διακυβέρνησης στο πλαίσιο των χρήσεων της δημόσιας γης. Προωθεί την αυτοοργάνωση, τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, την ισότητα και την ενεργό συμμετοχή για την από κοινού διεκδίκηση και διαχείριση του δημόσιου χώρου μέσω του οικολογικού ακτιβισμού και της δημιουργίας κοινοτικών αγρόκηπων. Ενώ τα μαζικά μέσα ενημέρωσης ασχολούνται πολύ όψιμα με το κίνημα της αντάρτικης κηπουρικής –και συνήθως αναφέρονται σε αυτήν ως μια καινοτόμα αισθητική παρέμβαση στο αστικό περιβάλλον– τα εναλλακτικά έντυπα, οι διαδικτυακοί τόποι και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν τους βασικούς κόμβους που συσπειρώνουν, ενημερώνουν και πολλαπλασιάζουν τα κινήματα της αντάρτικης κηπουρικής σε όλον τον κόσμο (Tracey 2007).